Αλληλογραφία - Nakasbookhouse.gr Skip to main content
SKU:
9789606624032

Αλληλογραφία

€13,42
€14,91
0
No votes yet
Σε μια εποχή που μερίδα των προοδευτικών κριτικών θεωρούσε τον Τσέχωφ παρακμιακό και τον κατηγορούσε για κοινωνική αδιαφορία, ο Γκόρκι αναγνώρισε σε α... ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Λεπτομέρειες βιβλίου

Σε μια εποχή που μερίδα των προοδευτικών κριτικών θεωρούσε τον Τσέχωφ παρακμιακό και τον κατηγορούσε για κοινωνική αδιαφορία, ο Γκόρκι αναγνώρισε σε αυτόν μια αδελφή ψυχή, διαποτισμένη από την ίδια αποστροφή για την ευτέλεια και τη χαμέρπεια που κυριαρχούσαν στη ρωσική ζωή. Κάτω από τη φαινομενική απαισιοδοξία του Τσέχωφ, ο Γκόρκι διέκρινε την ίδια αγάπη για τους ανθρώπους και την ίδια νοσταλγία για μια ζωή διαυγή, γεμάτη φως. Αυτό το αίσθημα δίνει στον Γκόρκι τη δύναμη να απευθύνει στον μεγάλο συγγραφέα τούτες τις δειλές, αλλά και γεμάτες πάθος, ευφυΐα και παραδοξολογία, επιστολές, στις οποίες ο Τσέχωφ απαντά με τη λεπτή διεισδυτικότητα, το τακτ και την ευγένεια που είχε ανάγκη ο τραχύς και αυτοδίδακτος Γκόρκι για να νιώσει ότι ανήκει κι αυτός στον ιερό κόσμο της λογοτεχνίας. Ο Τσέχωφ τον ωθεί να διαβεί το κατώφλι αυτό.

Έτσι βλέπουμε, στις αρχές του 20ού αιώνα, την παραμονή των μεγάλων επαναστατικών αναταραχών, τον πιο διακριτικό, τον πιο λεπταίσθητο, αλλά και τον πιο πιστό εκπρόσωπο της μεγάλης ρωσικής ουμανιστικής παράδοσης, να μεταλαμπαδεύει λίγο πριν πεθάνει τις ιδέες αυτές στον ενθουσιώδη νεαρό συγγραφέα του προλεταριάτου, ο οποίος έμελλε να γίνει ιδρυτής της σοβιετικής λογοτεχνίας.

Η μετάφραση ανήκει στην Μαρία Α. Τσάτσου.

ISBN:
9789606624032
Εκδόσεις:
Συγγραφέας:
Μέγεθος: 
21x14
Σελίδες: 
257
Έτος: 
2007
Ο Μαξίμ Γκόρκυ (ψευδώνυμο του Αλεξέι Μαξίμοβιτς Πεσκώφ) γεννήθηκε το 1868 στο Νίζνι-Νόβγκοροντ. Από το 1875 έως το 1893 άσκησε πολλά και διάφορα επαγγέλματα, αποκτώντας έτσι μια τεράστια πείρα των ανθρώπων και της ζωής, την οποία χρησιμοποίησε ήδη από τα πρώτα του κείμενα. Πρωτοεμφανίστηκε στο λογοτεχνικό χώρο με τη νουβέλα "Μακάρ Τσουντρά" το 1892. Ακολούθησαν τα έργα του "Η γριά Ιζεργκίλ", "Τσελκάς", "Είκοσι έξι και μία", "Βάριενκα Ολέσοβα", "Φομά Γκαρντέγιεφ", "Τα παιδικά μου χρόνια", "Τα πανεπιστήμιά μου" κ.ά. Μεταξύ των ετών 1907-1908 εκδόθηκε το μυθιστόρημά του "Η μάνα", που αποτέλεσε και τη βάση για το σενάριο της ομώνυμης κλασικής ταινίας του σοβιετικού κινηματογράφου. Η διεθνής απήχησή του επιβεβαιώθηκε και με τα θεατρικά έργα του που ακολούθησαν. Πασίγνωστα είναι τα έργα "Οι μικροαστοί", "Οι εχθροί", "Στο βυθό", "Οι παραμεριστές" κ.ά. Η σύλληψή του κατά την επανάσταση του 1905 προκάλεσε κύμα διαμαρτυριών σ' ολόκληρο τον κόσμο. Μετά την απελευθέρωσή του εγκαταστάθηκε στο Κάπρι της Ιταλίας. Το 1921, φεύγει από τη Ρωσία για να ζήσει στη Γερμανία και στο Σορέντο της Ιταλίας απ' όπου επιστρέφει, οριστικά πλέον, στην τότε Σοβιετική Ένωση το 1928. Καθιερώθηκε ως πρωτεργάτης της νέας σοβιετικής λογοτεχνίας και πέθανε στη Μόσχα το 1936.

Σε μια εποχή που μερίδα των προοδευτικών κριτικών θεωρούσε τον Τσέχωφ παρακμιακό και τον κατηγορούσε για κοινωνική αδιαφορία, ο Γκόρκι αναγνώρισε σε αυτόν μια αδελφή ψυχή, διαποτισμένη από την ίδια αποστροφή για την ευτέλεια και τη χαμέρπεια που κυριαρχούσαν στη ρωσική ζωή. Κάτω από τη φαινομενική απαισιοδοξία του Τσέχωφ, ο Γκόρκι διέκρινε την ίδια αγάπη για τους ανθρώπους και την ίδια νοσταλγία για μια ζωή διαυγή, γεμάτη φως. Αυτό το αίσθημα δίνει στον Γκόρκι τη δύναμη να απευθύνει στον μεγάλο συγγραφέα τούτες τις δειλές, αλλά και γεμάτες πάθος, ευφυΐα και παραδοξολογία, επιστολές, στις οποίες ο Τσέχωφ απαντά με τη λεπτή διεισδυτικότητα, το τακτ και την ευγένεια που είχε ανάγκη ο τραχύς και αυτοδίδακτος Γκόρκι για να νιώσει ότι ανήκει κι αυτός στον ιερό κόσμο της λογοτεχνίας. Ο Τσέχωφ τον ωθεί να διαβεί το κατώφλι αυτό.

Έτσι βλέπουμε, στις αρχές του 20ού αιώνα, την παραμονή των μεγάλων επαναστατικών αναταραχών, τον πιο διακριτικό, τον πιο λεπταίσθητο, αλλά και τον πιο πιστό εκπρόσωπο της μεγάλης ρωσικής ουμανιστικής παράδοσης, να μεταλαμπαδεύει λίγο πριν πεθάνει τις ιδέες αυτές στον ενθουσιώδη νεαρό συγγραφέα του προλεταριάτου, ο οποίος έμελλε να γίνει ιδρυτής της σοβιετικής λογοτεχνίας.

Η μετάφραση ανήκει στην Μαρία Α. Τσάτσου.