Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη - Nakasbookhouse.gr Skip to main content
SKU:
9789606624360

Ανθρωπολογία από πραγματολογική άποψη

€18,00
€20,00
0
No votes yet
Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του Καντ το οποίο εκδόθηκε με επιμέλεια του ιδίου (1798) και περιλαμβάνει τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές του παραδό... ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Λεπτομέρειες βιβλίου

Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του Καντ το οποίο εκδόθηκε με επιμέλεια του ιδίου (1798) και περιλαμβάνει τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές του παραδόσεις (1772-1796).

Η πραγματολογική Ανθρωπολογία δεν επιδιώκει την εκτενή γνώση των πραγμάτων του κόσμου, αλλά τη γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου. Το πεδίο της επομένως είναι αυτό των ανθρώπινων ικανοτήτων και δεξιοτήτων, και των μορφών συμπεριφοράς και δράσης με τις οποίες ο άνθρωπος διαμορφώνει ως ελεύθερο ον τον εαυτό του, ορίζοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο των σχέσεών του με τους άλλους.

Καλύπτοντας το κενό που δημιουργήθηκε μετά την ανασκευή της ορθολογικής ψυχολογίας και την άρνηση της επιστημονικής εγκυρότητας της εμπειρικής ψυχολογίας, η πραγματολογική Ανθρωπολογία διαρθρώνεται εν πολλοίς (ιδίως με την υποδιαίρεση του πρώτου μέρους σε τρία Βιβλία) σε αντιστοιχία με τις τρεις Κριτικές, στις οποίες ανατρέχει άλλωστε διαρκώς για τη φιλοσοφική θεμελίωση των πορισμάτων της.

Απαντώντας στο ερώτημα "Τι είναι ο άνθρωπος;" -στο οποίο ανάγονται τα ερωτήματα της Μεταφυσικής ("Τι μπορώ να γνωρίσω;"), της Ηθικής ("Τι οφείλω να πράξω;") και της Θρησκείας ("Τι επιτρέπεται να ελπίζω;")-, η πραγματολογική Ανθρωπολογία εντάσσεται στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος της ενότητας της φιλοσοφίας, προπαρασκευάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για τη γένεση των ανθρωπιστικών επιστημών.

ISBN:
9789606624360
Εκδόσεις:
Συγγραφέας:
Εικονογράφος: 
Χάρης Τασάκος
Μέγεθος: 
21x14
Σελίδες: 
336
Έτος: 
2018
Ο Immanuel Kant γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1724 στο Καίνιξμπεργκ. Από το 1732 ως το 1740 μαθήτευσε στο κολλέγιο Fridericianum και το 1740 μπήκε στο Πανεπιστήμιο του Καίνιξμπεργκ. Τυπικά εγγεγραμμένος στη Θεολογική σχολή, αφοσιώνεται κυρίως στη μελέτη της φιλοσοφίας και της φυσικής. Το 1747 δημοσιεύει το πρώτο του έργο: "Σκέψεις πάνω στην πραγματική αξιολόγηση των ζωτικών δυνάμεων". Από το 1747 ως το 1756 ο Kant εξασφαλίζει το βιοπορισμό του παραδίδοντας μαθήματα κατ' οίκον, ενώ το 1755 ο Kant αρχίζει να παραδίδει μαθήματα στο πανεπιστήμιο ως άμισθος υφηγητής. Δημοσιεύει ένα άρθρο πάνω στους σεισμούς, με αφορμή το σεισμό της Λισαβόνας, και τη Γενική ιστορία της φύσης και θεωρία του ουρανού, που αποτελεί την πιο σημαντική συμβολή του στο τομέα των φυσικών επιστημών. Από το 1760 ο Kant αρχίζει να παίρνει μέρος στα πιο επίμαχα προβλήματα του Διαφωτισμού. 1759: "Δοκίμιο σχετικά με τον οπτιμισμό", 1762: "Περί της ψευδεπίγραφης λεπτότητας των τεσσάρων συλλογιστικών σχημάτων". 1763: "Το μόνο δυνατό θεμέλιο για την απόδειξη της ύπαρξης του Θεού" και "Δοκίμιο για την εισαγωγή της έννοιας του αρνητικού μεγέθους στη φιλοσοφία", 1764: "Παρατηρήσεις πάνω στο αίσθημα του ωραίου και του υπέροχου" και "Δοκίμιο σχετικά με τις ασθένειες του νου" 1766: "Ερμηνεία των ονείρων ενός οραματιστή μέσω των ονείρων της μεταφυσικής". Το 1770 o Kant αναγορεύεται τακτικός καθηγητής και καταλαμβάνει την έδρα της μεταφυσικής και της λογικής. Με την αναγόρευσή του αυτή θα δημοσιεύσει την περίφημη μελέτη "Περί της μορφής και των αρχών του αισθητού και του νοητού κόσμου". Μετά από 11 χρόνια δημοσιεύεται "Η κριτική του καθαρού λόγου" κείμενο δύσκολο και ο Kant δημοσιεύει το 1783 σε πιο προσιτή μορφή τα "Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική μεταφυσική" περιλαμβάνοντας τις κύριες ιδέες του "Καθαρού Λόγου". Με τα κείμενα "Τί είναι Διαφωτισμός;" και "Ιδέα μιας καθολικής ιστορίας από κοσμοπολίτικη άποψη" το 1784 ο Kant αρχίζει να παρεμβαίνει άμεσα στη διαμάχη γύρω από τη φιλοσοφία του διαφωτισμού. Την επόμενη χρονιά 1785 εμφανίζεται το πρώτο από τα μεγάλα έργα του, αφιερωμένα στην ηθική: "Θεμέλια της μεταφυσικής των ηθών". Μέχρι το θάνατό του το 1804 θα δημοσιεύσει μια πλειάδα έργων.

Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του Καντ το οποίο εκδόθηκε με επιμέλεια του ιδίου (1798) και περιλαμβάνει τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές του παραδόσεις (1772-1796).

Η πραγματολογική Ανθρωπολογία δεν επιδιώκει την εκτενή γνώση των πραγμάτων του κόσμου, αλλά τη γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου. Το πεδίο της επομένως είναι αυτό των ανθρώπινων ικανοτήτων και δεξιοτήτων, και των μορφών συμπεριφοράς και δράσης με τις οποίες ο άνθρωπος διαμορφώνει ως ελεύθερο ον τον εαυτό του, ορίζοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο των σχέσεών του με τους άλλους.

Καλύπτοντας το κενό που δημιουργήθηκε μετά την ανασκευή της ορθολογικής ψυχολογίας και την άρνηση της επιστημονικής εγκυρότητας της εμπειρικής ψυχολογίας, η πραγματολογική Ανθρωπολογία διαρθρώνεται εν πολλοίς (ιδίως με την υποδιαίρεση του πρώτου μέρους σε τρία Βιβλία) σε αντιστοιχία με τις τρεις Κριτικές, στις οποίες ανατρέχει άλλωστε διαρκώς για τη φιλοσοφική θεμελίωση των πορισμάτων της.

Απαντώντας στο ερώτημα "Τι είναι ο άνθρωπος;" -στο οποίο ανάγονται τα ερωτήματα της Μεταφυσικής ("Τι μπορώ να γνωρίσω;"), της Ηθικής ("Τι οφείλω να πράξω;") και της Θρησκείας ("Τι επιτρέπεται να ελπίζω;")-, η πραγματολογική Ανθρωπολογία εντάσσεται στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος της ενότητας της φιλοσοφίας, προπαρασκευάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για τη γένεση των ανθρωπιστικών επιστημών.