Περί Έρωτος (επιστολές), εκδόσεις Κοβάλτιο - Nakasbookhouse.gr Skip to main content
08-01-2020

Περί Έρωτος (επιστολές), εκδόσεις Κοβάλτιο

Περί Έρωτος (επιστολές), εκδόσεις Κοβάλτιο

Βοναπάρτης, Κιρκεγκωρ, Μπετόβεν, Μπροντέ, Ντίκινσον, Ουάιλντ, Παζολίνι, Ρίλκε, Τζόυς, Ώστιν
Μετάφραση: Λαμπριάνα Οικονόμου, Μιχάλης Παπαντωνόπουλος

Το βιβλίο αυτό δεν συγκεντρώνει τις καλύτερες ερωτικές επιστολές που γράφτηκαν ποτέ· και οι συγγραφείς τους δεν είναι οι σημαντικότερες προσωπικότητες που μίλησαν για τον έρωτα.
Στη ζωή δεν υπάρχει μικρό ή μεγάλο· όλα τα πράγματα έχουν την ίδια αξία και το ίδιο μέγεθος: από τον ταραχώδη ή συμβατικό συζυγικό βίο μέχρι την έλξη «κόντρα στους κανόνες»· από το σεξουαλικό παραλήρημα μέχρι την απόκρυφη επιθυμία· και από τη σπαρακτική κραυγή του ερωτευμένου που «έχασε» μέχρι τον νηφάλιο απολογισμό ενός δεσμού που στάθηκε καθοριστικός για την πορεία δύο εραστών.

Στο βιβλίο αυτό συγγραφέας και αναγνώστης κάθε επιστολής μοιράζονται τα καλύτερα στοιχεία από τη ζωή: τον έρωτα και την ειλικρίνεια.    

Απόσπασμα
Σε κάθε σχέση ζωής, πρέπει να βρίσκουμε ένα moyen de vivre. Στην περίπτωσή σου, έπρεπε ή να υποταχθώ ή να φύγω. Τρίτη εναλλακτική δεν υπήρχε. Λόγω της βαθιάς ―αν και παραπλανημένης― αφοσίωσής μου σε σένα· λόγω της μεγάλης μου συμπόνοιας για τα ελαττώματα του χαρακτήρα και της ιδιοσυγκρασίας σου· λόγω της παροιμιώδους καλοσύνης μου και της κέλτικης ραθυμίας που με διέπει· λόγω της αποστροφής μου ―σε αισθητικό επίπεδο― για τις βίαιες σκηνές και τα χοντροκομμένα λόγια· λόγω της ―τότε― ανικανότητάς μου να κρατάω κακία· λόγω του ότι δεν μου άρεσε να βλέπω τη ζωή γεμάτη πίκρα και ασχημοσύνη από πράγματα που ―έχοντας στραμμένο το βλέμμα μου αλλού― μου φαίνονταν ανούσια κι ευτελή, ανάξια του ενδιαφέροντος ή της προσοχής μου για περισσότερο από μία στιγμή ― για όλους αυτούς τους λόγους, όσο απλοί και αν ακούγονται, υποτασσόμουν πάντα. Όπως ήταν φυσικό, οι αξιώσεις σου, οι προσπάθειές σου να επιβληθείς, οι εκβιαστικές σου πρακτικές γίνονταν όλο και πιο παράλογες. Τα πιο μοχθηρά σου κίνητρα, οι πιο ποταπές σου ορέξεις, τα πιο χαμερπή σου πάθη, για σένα ήταν νόμοι με τους οποίους έπρεπε να συμβαδίζουν πάντοτε οι ζωές των άλλων και, εν ανάγκη, να θυσιάζονται ―βάσει των ίδιων νόμων― χωρίς κανέναν ενδοιασμό. Το ήξερες πως κάνοντάς μου σκηνές, θα περνούσε πάντα το δικό σου· επομένως, ήταν φυσιολογικό να ξεπερνάς ―σχεδόν ασυναίσθητα, είμαι βέβαιος― κάθε όριο χυδαίας βιαιότητας. Στο τέλος, ούτε που  καταλάβαινες τι πήγαινες να πετύχεις ή ποιος ήταν ο αρχικός σου σκοπός. Αφού εκμεταλλεύτηκες την ιδιοφυία μου, τη δύναμη της θέλησης και την περιουσία μου, απαίτησες ―από αχόρταγη απληστία― όλο μου το Είναι. Και το πήρες.
(Όσκαρ Ουάιλντ προς τον Άλφρεντ Ντάγκλας)

*     *     *
Με ποιο τέχνασμα αιχμαλώτισες όλες μου τις λειτουργίες και απορρόφησες όλο μου το Είναι; Αυτή η τρυφερή μου διάσταση θα αφανιστεί μονάχα όταν πεθάνω. Να ζω για την Ιωσηφίνα: αυτή θέλω να είναι η ιστορία του βίου μου. Προσπαθώ να έρθω κοντά σου. Πόσο ανόητος! Δεν βλέπω ότι ολοένα απομακρύνομαι. Πόσες χώρες μάς χωρίζουν! Πόσες μέρες θα περάσουν για να διαβάσεις αυτές τις γραμμές, αυτά τα ανήμπορα λόγια μιας σκλάβας στην εξουσία σου καρδιάς; Αχ, λατρεμένη γυναίκα μου! Δεν ξέρω τι μου επιφυλάσσει η μοίρα, μα αν με κρατήσει και άλλο μακριά σου, θα είναι αβάσταχτο! Δεν έχω τόσο σθένος. Κάποτε περηφανευόμουν για το σθένος μου και συλλογιζόμουν ―ατάραχος, με ψυχραιμία― τα δεινά και τις φριχτές συμφορές που ίσως έφερνε στον δρόμο μου το πεπρωμένο. Πλέον, και μόνο στη σκέψη πως η Ιωσηφίνα μου μπορεί να κινδυνεύει ή να είναι άρρωστη, και μόνο στην άγρια, αποτρόπαιη σκέψη πως μπορεί να ξεθυμαίνει η αγάπη της για μένα, σκίζεται η καρδιά μου, κόβεται το αίμα μου, θλίβομαι και μελαγχολώ, και δεν έχω το κουράγιο να απελπιστώ ή να θυμώσω. Παλιότερα πίστευα πως αυτός που πορεύεται με αυταπάρνηση στον θάνατο είναι άτρωτος· μα τώρα, να πεθάνω χωρίς να με αγαπάς, να πεθάνω χωρίς να ξέρω, είναι το χειρότερο βασανιστήριο, είναι η ζωντανή Κόλαση της απόγνωσης.
(Ναπολέων Βοναπάρτης προς την Ιωσηφίνα ντε Μπωαρναί)

*     *     *
Ένας συμβατικός άνθρωπος μπορεί να υπομείνει ―τι φριχτή λέξη― την αγαμία, τις χαμένες ευκαιρίες· μα στην περίπτωσή μου το γεγονός ότι δυσκολευόμουν να ερωτευθώ μετέτρεψε σε εμμονή την ανάγκη μου να ερωτευθώ: η ερωτική πράξη είχε διογκωθεί υπερβολικά στο μυαλό μου, όταν στην εφηβεία ο έρωτας μού φαινόταν μια άπιαστη χίμαιρα: έπειτα, αποκτώντας εμπειρίες, απέδωσα στην ερωτική πράξη την αξία που της αρμόζει και υποβάθμισα τη χίμαιρα ως το πιο μίζερο ζήτημα της καθημερινότητας· το Κακό ήδη με είχε μολύνει, έγινε παθολογικό και ανίατο.
(Πιερ Πάολο Παζολίνι προς τη Σιλβάνα Μάουρι)

*     *     *
Ακόμη και αν μάθω πως αμάρτησες, ίσως να αισθανθώ μεγαλύτερο δέσιμο μαζί σου. Όπως και να ’χει, σε αγαπώ.  Σου έχω γράψει και πει πράγματα που δεν θα μπορούσα ―από περηφάνια― να ρωτήσω σε άλλη γυναίκα.
Νόρα αγάπη μου, ανυπομονώ να απαντήσεις στα χυδαία μου γράμματα. Σου γράφω με ειλικρίνεια, γιατί τώρα αισθάνομαι πως μπορώ να κρατήσω τον λόγο μου απέναντί σου.
Μην θυμώνεις, αγάπη μου, Νόρα αγάπη μου, μικρό μου αγριολούλουδο στα θάμνα. Είμαι ερωτευμένος με το σώμα σου, λαχταρώ το σώμα σου, το ονειρεύομαι.
Μιλήστε μου, αγαπημένα χείλη που έχω φιλήσει δακρυσμένος. Αν αυτές οι χυδαιότητες που σου έγραψα σε προσβάλλουν, μαστίγωσέ με να συνέλθω, όπως το έχεις ξανακάνει. O Θεός να με ελεήσει!
Σε αγαπώ, Νόρα, και όλα αυτά μάλλον είναι κομμάτι του έρωτά μου. Συγχώρα με! Συγχώρα με!
(Τζέημς Τζόυς προς τη Νόρα Μπάρνακλ)